περδικόστηθη

περδικόστηθη
η полногрудая женщина

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "περδικόστηθη" в других словарях:

  • περδικόστηθη — περδικόστηθη, η και περδικοστήθω, η γυναίκα με στητό στήθος σαν την πέρδικα: Γιατί, καημένη Αναστασιά, γιατί περδικοστήθω (Κρυστάλλης) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • περδικόστηθη — και στήθα, και στήθω, ως, η (για γυναίκες) (ως επαινετικός χαρακτηρισμός) αυτή που έχει ευτραφές και προτεταμένο στήθος, όπως η πέρδικα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»